- δεξίστρατον
- δεξίστρατοςreceiving the hostmasc/fem acc sgδεξίστρατοςreceiving the hostneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δεξίστρατος — δεξίστρατος, ον (Α) αυτός που δέχεται, που μπορεί να δεχθεί μεγάλα πλήθη («δεξίστρατον ἀγοράν»). [ΕΤΥΜΟΛ. < δεξί < (θ. αορ.) εδεξάμην τού ρ. δέχομαι* + στρατός «πλήθος». (Για τον μορφολογικό σχηματισμό πρβλ. αλεξίκακος, βροντησικέραυνος,… … Dictionary of Greek